Κάποτε έλεγα και έγραφα, για φθινοπωρινές μέρες με λιωμένη γλύκα στις σκεπές των σπιτιών.
Χρόνια ολόκληρα παλεύω να πω, με τρόπο ταιριαστό, γιαυτό το μέλι που κάθε φθινόπωρο ξεχύνεται από τον περιστασιακό ήλιο και μελώνει κεραμίδια και ταράτσες και μετά "γλύφει" στους νόες και τις ψυχές των ενοίκων (εξ'ου και οι ανείπωτοι μα δημιουργημένοι στίχοι-
καβάντζα των ανθρώπων, τέτοια εποχή ).
Χρόνια τώρα δεν βρίσκω τρόπο να το πω και να το γράψω. Ομως, νομίζω, το που το προσπαθώ είναι μια κίνηση καταλλαγής με το υπέρτερο.
Φέτος ωστόσο, το έχασα το πράγμα.......
Χάθηκα πρώτα εγώ και μετά το έχασα.
Χάθηκα ανάμεσα σε παρηγορημένους φόβους που δεν υπήρξαν, απώλεσα την παραμυθία στο άγριο δάσος που την αναζήτησα.
Πίσω από τα δέντρα δεν κρύβονταν πια οι πατρίδες μου των τόσων χρόνων, εξαφανίστηκαν και οι παπάδες που μοίραζαν εικονάκια, στα περάσματα δεν ήξερα τα συνθήματα, στα κουρέλια μιας σημαίας που χαροπάλευε δεν περιπολούσαν ήρωες, στα βατόμουρα και στους μύρτιλους δεν βγήκαν για συλλογή οι γυναίκες που στήριζαν τα όνειρά μου, τα ράσα ανέμιζαν με απελπισία απλωμένης μπουγάδας σε καταιγίδα, σπασμένα δισκοπότηρα άνοιγαν μονοπάτια ασύμβατα των βημάτων μου, λόγια ακατάληπτα βροντούσαν μέσα μου αίσθηση καταστροφής, σμιγμένα βάτια εξαφάνιζαν τον ντορό που ήξερα.....
Μια αρκούδα, στον ύπνο μου, έτρωγε το μέλι του ήλιου.......Κάπως έτσι πρέπει να είναι οι εφιάλτες....
Ή μήπως εφιάλτης είναι οι ναοί και η πατρίδα όταν τους τελειώνουν τ'αγιοκέρια και οι ηθικές;
Ξέρω αυτούς που τάκλεψαν......
Είναι όσοι δεν αντέχουν την ηδύτητα των φθινοπώρων.
Το κακό είναι πως δεν θα με πιστέψει κανείς αν πω τα ονόματα και το ακόμη πιο κακό πως οι περισσότεροι θα χλεύασουν "πώς κάνεις έτσι για ένα μέλι που δεν το θρηνεί κανείς εκτός από μουρλούς σαν εσένα"
Η ελπίδα μου παραμένει ότι ο Θεός συναινεί στο θρηνητικό των φθινοπώρων και κάποια μέρα (ή νύχτα ίσως) από ένα καντήλι θα τρέξει μέλι και θα πλημμυρίσει τον κόσμο στην γλύκα και εκείνους που το επιβουλεύτηκαν θα τους καταργήσουν οι καινούργιες ηδυ-πάθειες.
Χρόνια ολόκληρα παλεύω να πω, με τρόπο ταιριαστό, γιαυτό το μέλι που κάθε φθινόπωρο ξεχύνεται από τον περιστασιακό ήλιο και μελώνει κεραμίδια και ταράτσες και μετά "γλύφει" στους νόες και τις ψυχές των ενοίκων (εξ'ου και οι ανείπωτοι μα δημιουργημένοι στίχοι-
καβάντζα των ανθρώπων, τέτοια εποχή ).
Χρόνια τώρα δεν βρίσκω τρόπο να το πω και να το γράψω. Ομως, νομίζω, το που το προσπαθώ είναι μια κίνηση καταλλαγής με το υπέρτερο.
Φέτος ωστόσο, το έχασα το πράγμα.......
Χάθηκα πρώτα εγώ και μετά το έχασα.
Χάθηκα ανάμεσα σε παρηγορημένους φόβους που δεν υπήρξαν, απώλεσα την παραμυθία στο άγριο δάσος που την αναζήτησα.
Πίσω από τα δέντρα δεν κρύβονταν πια οι πατρίδες μου των τόσων χρόνων, εξαφανίστηκαν και οι παπάδες που μοίραζαν εικονάκια, στα περάσματα δεν ήξερα τα συνθήματα, στα κουρέλια μιας σημαίας που χαροπάλευε δεν περιπολούσαν ήρωες, στα βατόμουρα και στους μύρτιλους δεν βγήκαν για συλλογή οι γυναίκες που στήριζαν τα όνειρά μου, τα ράσα ανέμιζαν με απελπισία απλωμένης μπουγάδας σε καταιγίδα, σπασμένα δισκοπότηρα άνοιγαν μονοπάτια ασύμβατα των βημάτων μου, λόγια ακατάληπτα βροντούσαν μέσα μου αίσθηση καταστροφής, σμιγμένα βάτια εξαφάνιζαν τον ντορό που ήξερα.....
Μια αρκούδα, στον ύπνο μου, έτρωγε το μέλι του ήλιου.......Κάπως έτσι πρέπει να είναι οι εφιάλτες....
Ή μήπως εφιάλτης είναι οι ναοί και η πατρίδα όταν τους τελειώνουν τ'αγιοκέρια και οι ηθικές;
Ξέρω αυτούς που τάκλεψαν......
Είναι όσοι δεν αντέχουν την ηδύτητα των φθινοπώρων.
Το κακό είναι πως δεν θα με πιστέψει κανείς αν πω τα ονόματα και το ακόμη πιο κακό πως οι περισσότεροι θα χλεύασουν "πώς κάνεις έτσι για ένα μέλι που δεν το θρηνεί κανείς εκτός από μουρλούς σαν εσένα"
Η ελπίδα μου παραμένει ότι ο Θεός συναινεί στο θρηνητικό των φθινοπώρων και κάποια μέρα (ή νύχτα ίσως) από ένα καντήλι θα τρέξει μέλι και θα πλημμυρίσει τον κόσμο στην γλύκα και εκείνους που το επιβουλεύτηκαν θα τους καταργήσουν οι καινούργιες ηδυ-πάθειες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου